Skip to content

Η γλώσσα είναι το αμαρτωλό μας τραγούδι

Η γλώσσα είναι το αμαρτωλό μας τραγούδι

E-mailΕκτύπωση

Του Δημοσθένη Κερασίδη

Πώς ζει άραγε ο επιμελητής εκδόσεων; Στις μέρες μας σίγουρα «κατά τύχη». Ενώ μια ζωή ζούσε «κατά λάθος». Εξηγούμαι πάραυτα: όπως ο αγγειοπλάστης δουλεύει με τον πηλό, ο πυροσβέστης με τη φωτιά, ο συγγραφέας με τις λέξεις, έτσι και ο επιμελητής δουλεύει με το λάθος. Το λάθος είναι το πάθος του. Για την ακρίβεια, το σωστό είναι το πάθος του, γι’ αυτό και έχει ευαισθησία στο λάθος. Κι όταν αυτό το πάθος χρονολογείται από την εποχή της τυπογραφίας, τότε μάλλον είναι χρόνιο-αιώνιο. Αν και τω καιρώ εκείνω υπήρχε μόνο ο δικός μας Ανθρωπίδης… ο διορθωτής εννοώ.

Στην εποχή μας ο επιμελητής εκδόσεων ζει μια παράλογη μοίρα, ένα ζόρικο ριζικό θα έλεγα: ενώ από τη μια επιτέλους τον αναγνωρίζουν, τον τιμούν κατά κάποιον τρόπο και βλέπει, έστω κι από την κλειδαρότρυπα, το φως της δημοσιότητας –παρόλο που έχει μάθει πια να ζει με αυτάρκεια μες στη σπηλιά του–, από την άλλη τον παραγνωρίζουν και τον υποτιμούν κατά πολλούς τρόπους, γενικά υφίσταται τη μεγαλύτερη απαξίωση των τελευταίων τριάντα ετών – οικονομικά, ηθικά κτλ. Πριν προλάβει καλά καλά να βγει από την αφάνεια, καλείται, εκών άκων, να αναγεννηθεί από τις στάχτες του, διότι, αν και θεωρείται απολύτως απαραίτητος για τη διαδικασία παραγωγής του βιβλίου, που σημαίνει πως κινείται στο κέντρο του εκδοτικού χώρου, τελικά εξωθείται στο περιθώριο και στο σκοτάδι.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, ζώντας –πιο σωστά, ασθμαίνοντας!– σε αυτή την τόσο τρυφερή, γεμάτη υπέροχες εκπλήξεις και υποσχέσειςεποχή, καλείται εκ των πραγμάτων να μετατρέψει την οδύνη του σε ωδίνη, να κάνει γέννα προσωπική και μέσα στη θυελλώδη συγκυρία της κρίσης να οξύνει την κρίση του… Παρότι τώρα πια έχει «σπίτι», έχει σύλλογο –όνειρο πολλών γενιών στο παρελθόν και εφιάλτης διαφόρων προσκυνημένων σήμερα–, είναι περισσότερο γυμνός από ποτέ.

 

Ο επιμελητής ως επαγγελματίας είναι επιφορτισμένος με το καθήκον να μετατρέψει σε βιβλίο το χειρόγραφο που το υ έχει δοθεί. Οφείλει να βρίσκει το λάθος –γλωσσικά, τυπογραφικά, πραγματολογικά–, αλλά και να εφευρίσκει το σωστό, να προσφέρει ιδέες εκφραστικής βελτίωσης του κειμένου, να τιμά την ανάγνωσή του ως πράξη απόλαυσης, να κινείται στους άξονες της ορθοέπειας και της καλλιέπειας (υπενθυμίζω το αυτονόητο: ο επιμελητής δε διοργανώνει καλλιστεία λέξεων ούτε φιλοδοξεί να γίνει ο στιλίστας του συγγραφέα ούτε ξενυχτάει ψέλνοντας «Του αγίου επιθέτου δεηθώμεν»∙ και βέβαια υπάρχει πάντα μια κλίμακα ποιότητας και αισθητικής του λόγου, σε οποιοδήποτε υφολογικό πλαίσιο κι αν κινείται ο συγγραφέας), να λειτουργεί ως σύμμαχος του δημιουργού, να επισημαίνει νοηματικά κενά, αφηγηματικές ελλείψεις, ανακολουθίες ή υφολογικές αδυναμίες, γενικά να φροντίζει την κουζίνα του συγγραφέα ή του μεταφραστή.

 

Στο παρελθόν ο επιμελητής δεχόταν συχνά επιθέσεις από τους απέξω, επειδή, υποτίθεται, ευνούχιζε τον συγγραφέα ή ισοπέδωνε το ύφος του χρησιμοποιώντας το συντακτικό και τη γραμματική σαν το κρεβάτι του Προκρούστη. Ενώ στην εποχή μας, που ο ρόλος του έχει γίνει πια αποδεκτός, δέχεται επιθέσεις από τους απομέσα. Είναι πρόδηλο ότι η διαταραχή στον χώρο μας έχει εσωτερικευτεί. Αυτό σημαίνει πρόοδος!…

Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αρκετές φορές ο επιμελητής πέφτει θύμα της θεάρεστης αυτής διαδικασίας που λέγεται αποδιοπομπαιοποίηση. Επειδή επί δεκαετίες ολόκληρες βρισκόταν στην αφάνεια, άρα ήταν αόρατος προσωπικά-επαγγελματικά, και εφόσον ως επαγγελματικός ρόλος, άμεσα εμπλεκόμενος με την έκδοση ενός βιβλίου, υπόσχεται σχεδόν τα πάντα, δηλαδή τη γλωσσική εντέλεια, την υφολογική αρμονία και την τυπογραφική αρτιότητα («βουλιάζουν όσοι σηκώνουν τις μεγάλες πέτρες», έγραφε ο Σεφέρης), επόμενο είναι να μαγνητίζει επάνω του όλα τα βέλη. Όμως εμείς οι επιμελητές δεν μπορούμε να παραπονούμαστε, γιατί απολαμβάνουμε ένα σπάνιο προνόμιο: να μας σημαδεύουν… Είναι κι αυτό μια εξουσία.

«Η γλώσσα είναι το αμαρτωλό μας τραγούδι» – «Η γλώσσα είναι η μοίρα που δεν μπορούμε να ζήσουμε…» Αυτές είναι οι Συμπληγάδες πέτρες –ή, αλλιώς, το φάρμακο που γίνεται το φαρμάκι– του επιμελητή, ο οποίος έχει καταδικαστεί να φτερακίζει ανάμεσά τους, μεθώντας με γλώσσα.

Έπειτα από μια εικοσαετή καριέρα, παραμένω απεγνωσμένα-επιγνωσμένα αισιόδοξος. Χαίρομαι ιδιαίτερα που έχω συνεργαστεί με σημαντικούς δημιουργούς (π.χ., Μ. Δούκα, Θ. Σκάσσης, Χρ. Μπότσογλου), μεταφραστές (π.χ., Ρένα Χατχούτ, Χρ. Σακελλαροπούλου, Γ. Μαθόπουλο) και επιστημονικούς επιμελητές (π.χ., Δρ. Τσαρμακλή, Αθ. Αλεξανδρίδη, Στ. Χριστογιώργο, Γ. Καπράλο), χάνοντας το χρόνο μαζί τους για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα γλωσσικά. Επίσης νιώθω ευγνωμοσύνη προς τη Χριστίνα Γιατζόγλου, η οποία μου δίδαξε την επιμέλεια, μου πρόσφερε τις βάσεις και την ψυχική υποστήριξη που έχει ανάγκη ένας επιμελητής στα πρώτα του βήματα.

Ως κατακλείδα, αισθάνομαι την ανάγκη, παραφράζοντας τον Χέλντερλιν, να ρωτήσω και να αναρωτηθώ: «Και οι επιμελητές τι χρειάζονται σ’ ένα μικρόψυχο καιρό;».

Δημοσθένης Κερασίδης

Αναδημοσίευση από Book Press: http://www.bookpress.gr/multipress/ti-book-tu/amartolo-tragoudi και από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=02/04/2011&id=264017

{jcomments on}